3399 - Ο απαγορευμένος ΙΧ

N. Lygeros

Ο μικρός περίμενε στη βιβλιοθήκη. Όταν αντιλήφθηκε το δάσκαλο των βιβλίων, δεν μπόρεσε να συγκρατηθεί κι έχυσε ένα δάκρυ. Ήξερε πως η προδοσία του πήγε χαμένη. Ο σοφός γέρος ήταν νεκρός. Είχε μάθει το νέο από τους φρουρούς της πολίχνης. Έμεινε μόνος για μέρες μέσα στη βιβλιοθήκη χωρίς να ξέρει τι να κάνει. Και μετά κατάλαβε ότι έπρεπε να περιμένει το δάσκαλο των βιβλίων. Αυτός ήξερε τι έπρεπε να κάνουν. Μόνο που είχε ένα φόβο διότι δεν ήξερε πώς είχε πάρει την προδοσία του. Μόνο όταν είδε το χαμόγελο του απαγορευμένου, η καρδούλα του γέμισε και πάλι από χαρά. Δεν του κρατούσε κακία. Πριν ακόμα του ζητήσει συγγνώμη, ο πολύ ανθρώπινος τού εξήγησε το τέχνασμα του σοφού γέρου κι ο μικρός άνθρωπος έπεσε στην αγκαλιά του. Κι έτσι όπως ήταν αγκαλιασμένοι, έγειρε το κεφάλι κι ακούμπησε το μέτωπο του δασκάλου των βιβλίων. Του αποκάλυψε όλο το δίκτυο της βιβλιοθήκης και ο απαγορευμένος εξέτασε ολόκληρη τη δομή για να εντοπίσει τις ιδιομορφίες και τις ανωμαλίες. Ο μικρός δεν γνώριζε κανένα άνθρωπο ικανό γι’ αυτό το έργο. Μα ο σοφός γέρος που του είχε μιλήσει για την ύπαρξη των δασκάλων, δεν παρέλειψε να τονίσει ορισμένα από τα πιο βασικά τους χαρακτηριστικά. Παρ’ όλα αυτά, τώρα που δεν είχε ανάγκη να πιστεύει παρά μόνο να βλέπει, δεν πίστευε στα μάτια του. Σαν να ο χρόνος λειτουργούσε με διαφορετικό τρόπο για τους πολύ ανθρώπινους. Τώρα πια ο απαγορευμένος είχε ολόκληρη τη δομή στο νοητικό του χώρο. Έτσι ενεργοποίησε την ολιστική του προσέγγιση για να ανασυντάξει τα γεγονότα τα οποία είχαν οδηγήσει στη δημιουργία της κοινωνίας της λήθης. Έτσι κατέληξε ότι όλα είχαν αρχίσει με τις γενοκτονίες, αυτά τα εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας. Στη συνέχεια, για να καθιερωθεί η κοινωνική ευτυχία, έπρεπε οι επιζήσαντες να ξεχάσουν και οι αγνοούμενοι να παραμείνουν στην άγνοια. Αυτή ήταν η περίοδος της γενοκτονίας της μνήμης. Τα επόμενα ήταν αλυσιδωτές αντιδράσεις που κανένας πλέον δεν μπορούσε να σταματήσει. Όλα τα υπόλοιπα ήταν, λοιπόν, αναπόφευκτα και οδηγούσαν αναγκαστικά στην αιωνιότητα της ημέρας. Άρα, έπρεπε να τελειώσει η αιωνιότητα για να μπορέσει η ανθρωπότητα να ελευθερωθεί ξανά. Μόνο που έπρεπε να απενεργοποιήσει όλους τους μαθητές τους οποίους είχε αιχμαλωτίσει το σύστημα σ’ έναν αγώνα ενάντια στο παρελθόν και στο μέλλον. Ο απαγορευμένος έπρεπε, λοιπόν, να εισχωρήσει στην πολίχνη. Για να μη διεξαχθεί η δίκη, έπρεπε να πολιορκήσει και να κατακτήσει τον πύργο. Ο μικρός κατάλαβε το σχήμα χάρις στον Κάφκα, έτσι δεν είπε τίποτα περισσότερο. Ήξερε πως ο δάσκαλος των βιβλίων έπρεπε να πάρει μία απόφαση που δεν θα επιδεχόταν καμία επιστροφή, ακόμα κι αν αυτή η απόφαση ήταν βασισμένη σε κάποιο λάθος του συστήματος. Ήταν αδύνατοι, μα το ήξεραν. Αυτή ήταν η δύναμή τους. Το σύστημα ήταν ισχυρό, μα δεν το ήξερε. Αυτή ήταν η αδυναμία του. Μόνο η μη πληρότητα θα οδηγούσε στην ελευθερία. Όμως η θυσία ήταν και πάλι αναγκαία. Πόσες νότες για ένα μέτρο; Πόσοι δάσκαλοι για ένα χρόνο; Ο μικρός αγκάλιασε πιο σφιχτά το δάσκαλο των βιβλίων. Αυτά τους είχαν ελευθερώσει. Τώρα ήταν χρέος των ανθρώπων να τους ελευθερώσουν για τους επόμενους. Ο μικρός ανέβηκε στους ώμους του γίγαντα της σκέψης. Χώθηκαν στο κενό του Κράτους αναζητώντας το δρόμο του γέρου δασκάλου.