195 - Αυτοαναφορά

Ν. Λυγερός
Μετάφραση: Anouck Baudouin

Ένας άνθρωπος καθισμένος στο παγκάκι του πάρκο διαβάζει ένα βιβλίο. Δύο άντρες σε μια γωνιά της σκηνής.

C: Το είδες αυτό;
S: Ο περαστικός που κάθεται;
Γ: Ναι! Αυτός κάθεται στο παγκάκι μας! Το συνειδητοποίεις ;
S: Και τι να κάνουμε ;
Γ: Πρέπει να κάνουμε κάτι …
S: Δεν πρέπει να προχωρήσουμε.
Γ: Είναι μια σοφή ιδέα … Αναρωτιέμαι τι διαβάζει.
S: Νομίζω ότι είναι ένα βιβλίο.
C: Μιλούσα για τον τίτλο!
S: Πάντα, είναι στο εξώφυλλο. Στη θέση όπου βρίσκεται, θα είναι δύσκολο να διαβαστεί. Παύση. Εκτός αν είναι γραμμένο στο πάνω μέρος της σελίδας.
Γ: Θα πρέπει να πάμε πιο κοντά για να δούμε …
S: Έχεις δίκιο. Δεν φαίνεται κακός.
Γ: Και ακόμα κι αν είναι το παγκάκι μας, στο κάτω κάτω ένα δημόσιο παγκάκι είναι.
S: Σωστά.

Πλησιάζουν σιγά-σιγά το παγκάκι, και το παρακάμπτουν.

Γ: Δεν τολμώ!
S: Δεν υπάρχει τίποτα να φοβηθούμε.
Γ: Δεν ξέρω. Φοβάμαι να μην ενοχλήσω.
S: Είναι αλήθεια ότι θα μπορούσαμε να διαταράξουμε την ανάγνωση του.
Γ: Και θα το μετανιώνω για όλη μου τη ζωή.
S: Ωστόσο, πλησιάζοντας, εκφράζουμε το ενδιαφέρον μας.
C: Έτσι μπορούμε να ενοχλούμε κάποιον ακόμα και από ενδιαφέρον;
S: Μόνο αν είναι ανιδιοτελές.
Γ: Αυτή είναι η δική μας περίπτωση, σωστά;
S: Ναι!
C: Ας πάρουμε λοιπόν θάρρος.

Αγκαλιάζονται και πλησιάζουν.

S: Μην κάνεις θόρυβο!
Γ: Κάνω ό, τι μπορώ!
Κάθονται στην άκρη του παγκακίου, όσο πιο μακριά μπορούν.
S: Κοιτάζοντας τον αναγνώστη. Δεν φαίνεται να τον ενοχλούμε …
C: Δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται την ύπαρξή μας.
S: Μ’ανησυχεί …
Γ: Μα γιατί;
S: Αναρωτιέμαι για το κείμενο. Παύση. Πουθενά δεν είδαμε χαρακτηριστικά για μας …
Γ: Και συμπεραίνεις την απουσία τους;
S: Είναι μια πιθανότητα που δεν μπορούμε να την αποκλείσουμε εύκολα.
C: Έχεις δίκιο, αλλά στην προκειμένη περίπτωση, οι άλλοι άνθρωποι δεν έχουν απαραίτητα συνείδηση για μας.
S: Αυτό είναι που μ’ενοχλεί … Ωστόσο, υπάρχει ένας τρόπος για να ξεπεραστεί αυτή η απορία.
C: Να αποφασίσουμε ότι δεν έχει καμία σημασία.
S: Όχι, όχι! Θα προσπαθήσουμε να έρθουμε σε επαφή …
C: Δείχνουν τον περαστικό που κάθεται. Με το όν;
S: αργά. Ακριβώς.
Γ: Καλά τότε έλα εσύ !
S: Το θάρρος σου είναι εντυπωσιακό.
Γ: Αυτό είναι φυσιολογικό, έχω μια μεγαλύτερη αίσθηση του κινδύνου.
S: Τότε… Πλησιάζει σιγά-σιγά το χέρι του, και, τέλος, αγγίζει τον ώμο του. Σιωπή. Αλλά ο άλλος δεν αντιδρά.
Γ: Έχεις δίκιο, η κατάσταση είναι πολύ πιο σοβαρή από ό, τι νόμιζα.
S: Μπορεί να είναι πολύ απορροφημένος από την ανάγνωσή του. Προσπαθεί και πάλι. Ίδια σκηνή.
Γ: Είναι μάταιο.
S: Πριν να τα παρατήσουμε, ας σκεφτούμε.
Γ: Δεν μπορεί να μας βλάψει! Παύση. Δηλαδή, έτσι νομίζω …
S: Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε όλα τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας για να λύσουμε αυτό το αίνιγμα.
Γ: Θα έπρεπε να ξεκινήσουμε από τον τίτλο του βιβλίου … Σκύβει, προχωράει στα τέσσερα, και στη συνέχεια διαβάζει. Σιωπή.
S: Λοιπόν ;
Γ: Είναι απίστευτο ! Παραμένει ακίνητος.
S: Είναι ο τίτλος;
Γ: Όχι, ο τίτλος είναι: Αυτό-αναφορά.
S: Αυτός είναι ο μόνος τίτλος που δεν μπορεί να μας διδάξει τίποτα. Τουλάχιστον … Σκέφτεται. Όχι άμεσα …
Γ: Τουλάχιστον ξέρουμε !
S: Το αίνιγμα είναι Gödelian.
C: Τώρα όλα θα είναι πιο δύσκολα …
S: Έχουμε ακόμα μια ευκαιρία: το κείμενο!
C: Σηκώνεται ξαφνικά. Μα ναι βέβαια το κείμενο! Κάνει το γύρο του παγκακίου και πάει πάνω από τον ώμο του αναγνώστη.
S: Λοιπόν ; Που είναι αυτός ;
Γ: Στην αρχή …
S: Καλά ! Και… το κείμενο …
C: Λέει : σκύβω πάνω από τον ώμο του αναγνώστη και διαβάζω το κείμενο.
S: Δεν σου λέω να μου πεις τι κάνεις, αλλά αυτό που διαβάζεις.
Γ: Αυτό είναι που κάνω!
S: Αυτό είναι που σου καταλογίζω !
Γ: Εννοώ ότι είναι αυτό που διαβάζω …
S: Εννοείς ότι μου λες αυτο που διαβάζεις.
Γ: Δεν θα μπορούσα να το διαβάσω καλύτερα.
S: Αυτό είναι απίστευτο !
C: Κοιτάζοντας το βιβλίο. Είναι αυτό που μου λες.
S: Το ξέρω !
Γ: Είναι ό, τι γράφει το κείμενο για σένα …
S: Πώς;
C: Ήμουν σίγουρος ότι θα έλεγες αυτό !
S: Μα γιατί;
Γ: Δείχνοντας το βιβλίο. Επειδή το διάβασα στο κείμενο!
S: Έτσι, το κείμενο μιλάει για μας;
Γ: Τι μπορώ να προσθέσω;
S: Μα πες κάτι !
Γ: Τι;
S: Κάτι άλλο !
C: Γιατί;
S: Όχι! Πες κάτι!
C: Κάτι!
S: Αυτή τη φορά φτάνει πια. Σηκώνεται.
C: Χωρίς να τον κοιτάξει, διαβάζει το βιβλίο. Περπατά αργά, ενώ σκέφτεται. Κάνει παύση. Στη συνέχεια, ο ίδιος συνέρχεται. Διστάζει, κάθεται στην άκρη της σκηνής και παίρνει το κεφάλι του στα χέρια του. Παραμένει ακίνητο. Σιωπή. Τότε ξαφνικά …
S: Είναι όλα αυτά στο κείμενο;
Γ: Ναι! Ακόμη και την ερώτησή σου !
S: Ακόμα και η ερώτησή μου!
Γ: Και το επιφώνημα σου …
S: Ξέρεις, ήταν μια πείραμα. Παύση. Ήθελα να δω αν το κείμενο μιλούσε για μας ακόμη κι αν παρέμεινα σιωπηλά.
Γ: Είδες, έτσι είναι …
S: Τότε, η παρουσία αυτού του περαστικού που κάθεται ήταν ήδη μια ένδειξη.
C: Συνήθως κανείς δεν κάθεται στο παγκάκι μας.
S: Εκτός από μας!
Γ: Ποιος είναι ο λόγος της παρουσίας του;
S: Εξαρτάται από μας να το μαθαίνουμε … Μόνο … Με ποιο τρόπο ; Σιωπή.
Γ: Νομίζω ότι έχω μια ιδέα … Το κείμενο μιλάει πραγματικά για μας, είναι βέβαιο …
S: Ωραία! Έχεις απόλυτο δίκιο!
Γ: Το κείμενο μιλάει ίσως απ ‘όλα …
S: Και συγκεκριμένα, για τον αναγνώστη. Γρήγορα ! Γρήγορα ! Διάβασε το κείμενο! Επιστρέφει στο παγκάκι.
C: Ενώ διαβάζω πάνω από τον ώμο του, ο αναγνώστης συνεχίζει να διαβάσει το κείμενο. Φαίνεται απορροφημένος από το περιεχόμενό του.
S: Αυτό είναι τρομερό! Το κείμενο μιλάει σίγουρα γι ‘αυτόν, αλλά δεν δίνει καμία πληροφορία.
C: Καμία άλλη από αυτή που ήδη ξέρουμε …
S: Αλλά γιατί είμαστε μέσα σε αυτό το κείμενο;
C: Για να υπάρχουμε !
S: Ναι, το κείμενο είναι η απόδειξη της ύπαρξής μας …
Γ: Στην συνείδηση ​​του συγγραφέα.
S: Πιστεύεις ότι μας σκέφτεται ;
Γ: Νομίζω ότι μας αγαπά …
S: Γιατί το λες αυτό;
C: Επειδή διαβάζω το κείμενο: << Ήταν και οι δύο μαζί, προσπαθώντας να λύσει το μυστήριο της ύπαρξής τους. Μαζί προχωρούσαν, βήμα προς βήμα, σε αυτό το λύσιμο, με τη βοήθεια του κειμένου. Μαζί, χωρίς εχθρότητα, αναρωτιόντουσαν για την κατάστασή τους, βοηθώντας ο ένας τον άλλο. >>
S: Είναι αλήθεια ότι είμαστε συνέχεια μαζί. Τώρα και οι δύο κάθονται σε κάθε πλευρά του αναγνώστη. Και είναι αλήθεια ότι μας αγαπάει. Σιωπή. Έχετε βρει το φίλο;
Γ: το βιβλίο του Fred;
S: Με ένα θλιβερό τόνο. Ναι, το διάβασες ;
Γ: Ναι, φυσικά! Αλλά γιατί ρωτάς ;
S: Μια ιδέα έτσι … Είμαι πεπεισμένος ότι ο συγγραφέας έχει σκεφτεί αυτό το βιβλίο.
C: Γράφοντας το κείμενο του ;
S: Το θεώρημα της πληρότητα του Gödel είναι από 1931.
Γ: Σωστά.
S: Και οι πρώτες λέξεις του βιβλίου του Fred είναι: << Ο ίδιος μπήκε στη ζωή μου στη Φλεβάρη 1932 για μα μην βγει ποτέ από αυτήν  >> ..
C: Έτσι, όλα αυτά δεν είναι ένα απλό παιχνίδι.
S: Όχι, όχι! Θα ήταν πολύ εύκολο! Σιωπή. Είναι ένας λεπτός συνδυασμός τύχης και αναγκαιότητας.
Γ: Σε αυτή την περίπτωση, είμαστε σε αναγκαιότητα …
S: Ποιος σε συμβούλευσε να διαβάσεις αυτό το βιβλίο;
Γ: Δεν ξέρω!
S: Ούτε εγώ! Παύση. Είναι όμως παράξενο αυτό, γιατί και οι δύο έχουμε καλή μνήμη.
C: Βλέπω το σημείο σου … Ίσως αυτό είναι ένα κόλπο του συγγραφέα. Αλλά σε αυτή την περίπτωση, έχει αυτή την ιδέα στο μυαλό του εδώ και μήνες … Και η σύλληψη του κειμένου θα ήταν από αυτή την εποχή.
S: Ναι! Ναι! Αυτό είναι! Σιωπή. Στο βιβλίο, οι δύο φίλοι αγαπούσε νομισματική …
Γ: Αυτό μ’είχε σημαδέψει !
S: Λοιπόν, είμαι βέβαιος ότι έχεις στην τσέπη σου ένα κέρμα.
C: Οι τσέπες μου είναι πάντα άδειες.
S: Έλεγχε τις κι όμως.
Γ: Σηκώνοντας, βάζει το χέρι του στην τσέπη του. Είναι αλήθεια ότι έχω ένα κέρμα !
S: Για να δω! Για να δω ! Εκείνος του δίνει το κέρμα. Πρόκειται για ένα ελληνικό νόμισμα ! Όπως και στο βιβλίο!
C: Ένα ελληνικό νόμισμα ; Ξανακάθεται.
S: Με την παράσταση του Ομήρου!
C: Αλλά στο βιβλίο, ήταν ο Αλέξανδρος.
S: Επειδή προτιμάει να μας κάνουν να σκεφτούμε κατ ‘αναλογία!
C: Γιατί απλά, όταν μπορείτε να το κάνετε περίπλοκο;
S: Να μην είσαι απογοητευμένος ! Μην ξεχνάς ότι πρέπει όλα να χρησιμοποιήσουμε ! Δες ποιο έτος χτυπήθηκε. Του ξαναδίνει το νόμισμα.
Γ: Αυτό είναι καταπληκτικό! Χρονολογείται φέτος!
S: Τώρα, ξέρουμε τι σημαίνει το παρόν μας.
Γ: Είναι ένα πραγματικό δώρο!
S: Βλέπεις ! Η ζωή είναι ένα δώρο!
C: Ας συνεχίσουμε! Ας συνεχίσουμε!
Γ: Θα έπρεπε να πάμε πίσω στο κείμενο.
Σκύβουν και οι δυο πάνω στο βιβλίο.
C και S: Διαβάζουμε το κείμενο αργά, σαν να απολαύσουμε τις λέξεις.
S: Κάθε λέξη που διαβάζουμε, είναι μια πρόσβαση στη γνώση.
Γ: Και η αρχή μιας συνειδητοποίησης.
C και S: << Η επιστήμη χωρίς συνείδηση ​​δεν είναι παρά η καταστροφή της ψυχής >>.

Ξαφνικά ο περαστικός που κάθεται κλείνει το βιβλίο, σηκώνεται και φεύγει από τη σκηνή. Δεν πιστεύουν τα μάτια τους.

C: Ανήσυχος. Μα τι κάνει;
S: Νομίζω ότι φεύγει …
C: Το βλέπω ! Εννοώ γιατί φεύγει, τώρα … Προσποιείται να φύγει.
S: Επειδή είναι η κατάλληλη στιγμή.
Γ: Δεν σε καταλαβαίνω … Ήμασταν έτοιμοι να ανακαλύψουν το μυστήριο της καταγωγής μας.
S: Όχι, όχι! Αυτό δεν ήταν έτσι.
Γ: Μετά το όν, να το μηδέν  ! Σιωπή. Έφυγε χωρίς να πει τίποτα …
S: Τι θα ήθελες να πει;
Γ: Όχι << Τι >>. Μια άλλη λέξη.
S: Ποια ;
C: Ούτε αυτή !
S: Εντάξει, ναι, τι γνώμη έχεις τότε για αυτή τη λέξη : Μηδέν !
C: το όν χωρίς το μηδέν δεν έχει συνείδηση ​​της ύπαρξης του.
S: Η απουσία του μηνύματος δεν είναι απαραίτητα χωρίς νόημα.
C: Έτσι είπε κάτι χωρίς να μιλάει …
S: Είναι καλύτερο από το να μιλάμε για να μην πούμε τίποτα …
C: Κοιτάζοντας το παγκάκι. Ω! Το έχεις δει αυτό ;
S: Τι;
C: Άφησε το βιβλίο στο παγκάκι ! Σιωπή. Τώρα θα μάθουμε επιτέλους …
S: Αυτό δεν είναι προφανές!
Γ: Μα, δεν είσαι σοβαρός ! Το βιβλίο … ΤΟ βιβλίο είναι εδώ! Δείχνει το βιβλίο. Τα φτάνουν τα χέρια μας.
S: Περιμένε !
Γ: Τι άλλο;
S: Αφήνοντας μας, μας ελευθέρωσε … σιωπή. Τώρα είμαστε ελεύθεροι να επιλέξουν μεταξύ να ξέρουμε ή όχι …
C: Μετά από σκέψη. Ψηφίζω υπέρ !
S: Κι εγώ! Εντάξει, πάρε το βιβλίο και ανοίξε το.
C: Παίρνει το βιβλίο. Έγινε ! Τώρα σε ποια σελίδα να το ανοίξω ;
S: Δεν έχει σημασία. Ανοίξτε το και διάβασε …
C: Καταλαβαίνω. Ανοίγει το βιβλίο και αρχίζει να διαβάσω. Ανοίγω το βιβλίο και αρχίζω να διαβάσω. Τα μάτια μου αναζητούν απεγνωσμένα πληροφορίες για μας, αλλά μάταια. Δεν διαβάζω παρά μόνο ό, τι διαβάζω.
S: Το περίμενα… σιωπή.
Γ: Είναι εξοργιστικό, έτσι δεν είναι ; Ξέρουμε ότι μπορούμε να ξέρουμε, αλλά μπορούμε να ξέρουμε μόνο ό, τι μπορούμε να ξέρουμε.
S: Είναι μια ouroboréen γνώση … Όλο το πρόβλημα είναι ότι μια ενέργεια που εφαρμόζεται για τον εαυτό μας μπορεί να χάσει το νόημά της.
C: Κάνοντας τη χειρονομία. Ως μια προσπάθεια να σηκωθούμε τραβώντας το χέρι μας.
S: Εκτός από το ότι στην περίπτωσή μας, ακόμα και η ενέργεια κωδικοποιείται στο κείμενο …
Γ: Τι εννοείς ακριβώς;
S: Θα κάνουμε ένα νοητικό πείραμα. Στο παγκάκι αυτό είμαστε 2. Αλλά σε αυτή την πρόταση υπάρχει 2 φορές τον αριθμό 2. Και στην απάντησή μου, 4 φορές τον αριθμό 2. Ωστόσο, πόσες φορές υπάρχει τον αριθμό 4;
Γ: Καλά, 2 φορές!
S: Σωστά ! Αλλά εγώ δεν θα μπορούσα να το πω με έναν αριθμό χωρίς να παραποιήσω το νόημα της απάντησής μου!
Γ: Και αν προσπαθήσαμε να διαβάσουμε το βιβλίο, αλλά όχι στην ίδια σελίδα.
S: Ναι, ας δούμε τι μπορούμε να μάθουμε.
Παίρνουν το βιβλίο και διαλέγουν τυχαία μια σελίδα.
C και S: Διαβάζω το πίσω μέρος της σελίδας σου ! Παρά την έκπληξή τους, επαναλαμβάνουν το πείραμα μετά από μια σιωπή που λέει πολλά.
C και S: Δεν θα έπρεπε να διαβάσουμε την ίδια πρόταση!
Κοιτάζουν ο ένας τον άλλο.
S: Έχεις δίκιο. Θα διαβάσουμε ο καθένας μια διαφορετική πρόταση. Ή μάλλον εσύ την ίδια φράση και εγώ μια άλλη.
Γ: Δεν θα έπρεπε να διαβάσουμε την ίδια πρόταση.
S: Διαβάζω μια διαφορετική πρόταση.
C και S: Λειτουργεί!
Κοιτάζουν ο ένας τον άλλο χωρίς να πουν ούτε μια λέξη!

C: Σκεφτήκαμε το ίδιο πράγμα!
S: Πρέπει, επομένως, όχι μόνο να διαβάσουμε μια διαφορετική πρόταση. Αλλά και να σκεφτόμαστε διαφορετικά πράγματα.
C: Αναρωτιέμαι αν θα μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα ;
S: Απο πού;
Γ: Απ’αυτή την αυτοαναφορά!

Κοιτάζουν ο ένας τον άλλο. Ίδια σκηνή. Κλείνουν το βιβλίο σαν να σκεφτούν μια άλλη ιδέα, κλείνουν τα μάτια τους. Εν τω μεταξύ, ο περαστικός επιστρέφει, παίρνει το βιβλίο που βρίσκεται στο παγκάκι και ξανά φεύγει  αμέσως. Όταν βρίσκεται μακριά, ανοίγουν ξανά τα μάτια τους.

S: Προσπαθούσα να καθαρίσω το κεφάλι μου …
Γ: Το βιβλίο εξαφανίστηκε !
Ψάχνουν παντού, αλλά μάταια.
S: Μα δεν είναι δυνατόν!
Γ: Πρέπει να το παραδεχτούμε.
S: Είναι λοιπόν δυνατόν!
Γ: Ποιος θα μπορούσε να μας κλέψουν το βιβλίο μας;
S: Το όν, το μηδέν … ή;
C: Ή;
S: Ή ο συγγραφέας…
C: Διστακτικός. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Γιατί να το κάνει αυτό; Παύση. Και μας αγαπάει, έτσι δεν είναι;
S: Αυτό μπορεί να είναι για το καλό μας!
Γ: Πώς θα μπορούσε μια κλοπή να προκαλέσει καλό;
S: Και όμως συνέβη και στο παρελθόν …
C: Τότε, η εξαφάνιση αυτή θα μπορούσε να είναι ένα δώρο …
S: Ή μια άλλη ένδειξη για να λύσουμε το αίνιγμα!
C: Γιατί πρέπει να μας μιλάει μόνο μέσω ενδείξεις;
S: Είναι μια διαδικασία που οδηγεί στην ανακάλυψη. Δεν πρέπει να του αρέσουν οι αποκαλύψεις …
C: Πιστεύεις ότι αυτή η ένδειξη θα μας βοηθήσει;
S: Είναι δυνατόν … αλλά ακόμα δεν έχω φώτιση.
C: Ίσως θέλει να μας υποδείξει ότι η έλλειψη πληροφόρησης είναι μια μορφή πληροφοριών.
S: Αυτό θα μπορούσε να είναι. Το βιβλίο μας έδινε μόνο τις πληροφορίες που είχαμε.
Γ: Και όχι μια παρά πάνω.
S: Έτσι δεν έλεγε παρά μόνο αυτό που λέγαμε.
C: Η γνώση του είναι εμάς! Σιωπή. Ωστόσο, βρισκόμαστε στην άγνοια …
S: Η άγνοια ή όχι, ξέρουμε ΟΛΑ αυτά που ξέρουμε.
Γ: Αυτό είναι συνεπές!
S: Ναι! Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα! Όλα είναι συνεπή !
Γ: Είναι αυτό που λέω!
S: Όχι, δεν είναι αυτό που θέλω να πω.
Γ: Τι θέλεις να πεις τότε;
S: Θέλω να πω, με το πρόσχημα ότι είναι συνεπής, η πληροφορία αυτή δεν μας δίνει τίποτα άλλο που ξέρουμε ήδη.
Γ: Πώς μπορώ να σου πάω κόντρα ;
S: Ακριβώς, το κλειδί είναι στην αντίφαση. Είναι εκείνη που θα μας ελευθερώσει από τη συνοχή και θα παρέχει πληροφορίες.
C: Αλλά είναι παράδοξο !
S: Και ναι και όχι! Το παράδοξο δημιουργεί μια αντίφαση που η ίδια δημιουργεί μια ασυνέπεια που θα μας φέρει μια πληροφορία στο σύστημα.
Γ: Αυτό είναι;
S: Ναι, για την ώρα.
C: Ωστόσο δεν είναι παράδοξο.
S: Όχι, αλλά θα το παράγουμε για να σωθούμε.
C: Τόσο περισσότερο το σύστημα είναι ισχυρό, όσο έχει χάσματα …
S: Πρέπει να παράγουμε μια σκέψη σχετικά με τους εαυτούς μας.
Γ: Και τι κάνουμε απ’ την αρχή ;
S: Ναι, σκεφτόμαστε. Αλλά τώρα πρέπει να σκεφτούμε τη σκέψη μας.
C: Ένα είδος μετα-σκέψη.
S: Είναι ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε !
C: Τότε νομίζω ότι έχω μια ιδέα: αυτό το έργο δεν είναι μια αυτο-αναφοράς!
Σκοτεινά.
Με το σοκ που προκάλεσε την μη αποφασιστική φράση, C και S μετατρέπονται σε George και Alexis. Αυτή είναι η αρχή του Alter Ego.