1123 - Το πριν δίχως μετά

Ν. Λυγερός

Στο ημερολόγιο του ο Munch γράφει το 1892 ένα σημαδιακό σημείωμα. «Περπατούσα με δύο φίλους. Ο ήλιος έδυε. Ξαφνικά, ο ουρανός βάφτηκε βαθυκόκκινος, σαν το αίμα. Σταμάτησα, νιώθοντας εξαντλημένος, και ακούμπησα σ’ ένα φράχτη. Έβλεπα αίμα και πύρινες φλόγες πάνω από το μαύρο-μπλε φιόρδ και την πόλη. Οι φίλοι συνέχισαν, κι εγώ ήμουν ακόμη εκεί, τρέμοντας από τον φόβο. Αισθάνθηκα μια ατέλειωτη κραυγή να διαπερνά τη φύση.» Αυτές οι φράσεις φωτίζουν τη δημιουργική γραμμή του τρόμου. Το λάδι, η τέμπερα και το παστέλ ενώθηκαν πάνω σ’ ένα χαρτόνι το 1893 για να πουν αυτό που δεν μπορούσαν να εκφράσουν τα λόγια. Μπορεί η Μούμια από το Περού να ήταν όντως το τεχνικό μοντέλο του Munch όμως η ψυχή του είχε ήδη θέσει το θέμα της σιωπής ως κραυγή του ανθρώπου. Επιπλέον οι λέξεις του αποδεικνύουν ότι δεν είναι το θέμα της μοναξιάς που κυριαρχεί στο έργο αλλά η συνείδηση της παρουσίας της φύσης. Ο ζωγράφος ήταν με τους φίλους του αλλά μόνο αυτός αντιλήφθηκε την αλλαγή της φύσης. Εκεί που οι φίλοι του έβλεπαν απλώς ένα τοπίο στο δειλινό, ο Munch νιώθει τον τρόμο της αντίληψης. Δεν είναι λοιπόν η μοναξιά του όντος που καθορίζει τον στόχο. Όλο το θέμα είναι το σοκ που προκαλεί η φύση πάνω στον άνθρωπο. Θα μπορούσε να ήταν η ομορφιά της, όμως εδώ στην κραυγή του 1893 βλέπουμε μόνο δέος. Η μοναξιά είναι επουσιώδης μπροστά στη δύναμη της φύσης. Εκείνη τη στιγμή ο άνθρωπος δεν είναι μόνος μα νιώθει ότι είναι ένα τίποτα μπροστά στο παν. Συνεπώς υπάρχει όντως η αγωνία. Λες και τίποτα δεν μπορεί να σώσει τον άνθρωπο. Η φύση είναι παντοδύναμη και ενισχύει το άγχος του δίχως να του προκαλεί οποιαδήποτε ανακούφιση. Εικαστικά αντικρίζουμε το σκοτεινό μέρος του Ντοστογιέφσκι. Δεν είναι μόνο μια φιλολογική έμπνευση. Είναι η λογοτεχνική πραγματικότητα όπως μπορούμε να την εξετάσουμε μέσα από το έργο Έγκλημα και Τιμωρία. Εκείνη την εποχή όπου ο Ρασκολνίκοφ δεν έχει ακόμα αγγίξει την ουσία της ζωής του, το ιδανικό του Ντοστογιέφσκι. Είναι ο χώρος όπου δεν υπάρχει αδιέξοδος, όλα είναι μια καταδίκη ακόμα και η ζωή. Κι ούτε ο θάνατος είναι μια λύση. Όλη η σκέψη του ανθρώπου δεν είναι παρά ένα βασανισμένο κορμί χαμένο μέσα στη φύση. Τίποτα δεν του ανήκει και το πεπρωμένο του ακόμα λιγότερο. Ο πίνακας αντιπροσωπεύει μια μη επιλεγμένη μορφή μηδενισμού. Δεν υπάρχει ακόμα το θέμα της αντίστασης μπροστά στο κενό όπως στους αδελφούς Καραμαζώφ. Εδώ όλα είναι πριν και δεν υπάρχει μετά. Μέσα σε αυτό το σκοτάδι μάς ξεναγεί ο Munch . Ο Ντοστογιέφσκι τον έζησε αυτόν τον θάνατο στα καταναγκαστικά έργα κι ύστερα έγραψε το έργο του, το έργο της ανάγκης.