1036 - Το κόστος της ανεκτικότητας

Ν. Λυγερός

Ακόμα και οι χώρες που δεν έχουν άμεση σχέση με το ανατολικό ζήτημα αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο που αποτελεί. Έτσι παρόλο που προχωρά γοργά και ανεπιφύλακτα το διαπραγματευτικό πλαίσιο, η διακριτική εισήγηση μιας ειδικής σχέσης γίνεται όλο και πιο έντονη. Σε μερικές χώρες μάλιστα το θέμα έχει γίνει εθνικό ζήτημα. Ενώ οι μεγάλες εξαιρέσεις παραμένουν στην ουσία η Ελλάδα και η Κύπρος. Το παράλογο της υπόθεσης είναι ότι αυτές οι χώρες που ακολούθησαν πιστά την πολιτική και τη στρατηγική της σιωπής δίχως κανένα χειροπιαστό αποτέλεσμα, ανακάλυψαν ότι υπάρχει και ένα άλλο είδος αντιμετώπισης αυτού του προβλήματος, η οποία είναι πιο αποτελεσματική. Όμως όταν πρόκειται να δημιουργηθεί μια ιστορική αλλαγή επανέρχονται δειλά εξαιτίας ενός φοβικού συνδρόμου, στη στρατηγική της σιωπής. Επιπλέον, η σχιζοφρενική προσπάθεια να ξεχωρίσουμε και να διαχωρίσουμε την τακτική του πρωθυπουργού από τη στρατηγική του βαθέος κράτους, δεν προσφέρει καμμιά δυνατότητα αντίδρασης στην προκλητικότητα της Τουρκίας. Μάλλον αυτό το επιχείρημα λειτουργεί ως πρόσχημα για να δικαιολογήσει μια ορατή αδράνεια και αμήχανη ουδετερότητα. Σιγά σιγά η πολιτική του ελληνισμού διαπρέπει με την απουσία της. Και όμως δεν υπάρχει λόγος.

Αντιθέτως, το ευρωπαϊκό πλαίσιο είναι θετικότατο για διαπραγματεύσεις και για την υλοποίηση οραμάτων. Η επίλυση του κυπριακού έχει φτάσει σ’ ένα στάδιο που επιτρέπει την ύπαρξη θετικής λύσης μέσω των διαφόρων βημάτων που έγιναν τα τελευταία χρόνια και ειδικά τους τελευταίους μήνες. Διότι τα ενδιάμεσα αποτελέσματα είναι πλέον ορατά, παρά τις πάμπολλες κινδυνολογίες που υπήρξαν και που υπάρχουν. Το διεθνές πλαίσιο όσον αφορά στα ύδατα είναι και αυτό θετικό. Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση της Ίμβρου αλλά και γενικότερα της Θράκης, πράγμα το οποίο δεν ήταν ούτε ουτοπία πριν δεκαετίες. Στην ουσία, με την πρόσφατη ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την αλλαγή φάσης που αποτελεί, το έργο της Ελλάδας και της Κύπρου ως συμμαχικό πλαίσιο μπορεί να υλοποιηθεί, χρειάζεται όμως τόλμη και αποφασιστικότητα έτσι ώστε να ενεργοποιηθεί μια ισχυρή στρατηγική που βασίζεται στην ύπαρξη μιας κυρίαρχης στρατηγικής στο ευρωπαϊκό επίπεδο. Η εθνική στρατηγική των δύο χωρών υπάρχει και δεν αντιφάσκει με το ευρωπαϊκό πνεύμα. Όλο το ζήτημα είναι θέμα θέλησης.

Ενώ το εθνικό θέμα μέσω του ευρωπαϊκού πλαισίου αποτελεί την αξιολογία της πολιτικής, βλέπουμε πλέον ορατή την ανευθυνότητα μερικών πολιτικών που προσπαθούν να πετύχουν τοπικούς στόχους που δε συμβαδίζουν με τα κρατικά συμφέροντα. Επιπλέον, η αναγκαία ετοιμότητα έχει μετατραπεί όχι μόνο σε μια ουδετερότητα, αλλά σε μια επικίνδυνη ανεκτικότητα όσον αφορά στις ανατολικές διεκδικήσεις. Το πρόβλημα είναι όμως ότι οι ευρωπαίοι διπλωμάτες που είναι εξοικειωμένοι με αυτά τα θέματα επισημαίνουν ήδη το εσωτερικό κόστος αυτής της απουσίας δυναμικής εκ μέρους των δύο χωρών.