917 - Η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας

Ν. Λυγερός

Σκηνή 9

Άγνωστη: Πες μου τι σκέφτεσαι. Χρόνος .

Άγνωστος: Σκέφτομαι τον πόνο της Πόλης.

Άγνωστη: Πριν ή μετά;

Άγνωστος: Μετά και πριν!

Άγνωστη: Δηλαδή;

Άγνωστος: Μετά το 1453 και πριν το 1461. Σιωπή .

Άγνωστη: Για ποιο λόγο;

Άγνωστος: Όλοι πιστεύουν πως μετά την Άλωση τίποτα δεν μπορούσε να παρηγορήσει τους Έλληνες.

Άγνωστη: Δεν είναι η αλήθεια;

Άγνωστος: Δεν ήταν το τέλος. Χρόνος . Το τέλος το έζησε η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας.

Άγνωστη: Γιατί τα βλέπεις τόσο μαύρα;

Άγνωστος: Στην Κωνσταντινούπολη πέθανε η ζωή, στην Τραπεζούντα έζησε ο θάνατος.

Άγνωστη: Είναι όντως τόσο μεγάλη η διαφορά;

Άγνωστος: Όσο είναι διαφορετικές η καταδίκη και η προδοσία.

Άγνωστη: Νιώθεις τον πόνο τους;

Άγνωστος: Νιώθω τις ελπίδες τους και αυτό με τρομάζει.

Άγνωστη: Στην Πόλη δεν είχαν;

Άγνωστος: Όχι, δεν είχαν! Χρόνος . Ήξεραν ότι ήταν καταδικασμένοι. Ήταν μόνο θέμα χρόνου.

Άγνωστη: Και στην Τραπεζούντα ήλπιζαν στην αναγέννηση.

Άγνωστος: Ενώ η προδοσία έπαιζε ήδη με την τύχη τους.

Άγνωστη: Τους ακούς;

Άγνωστος: Ναι. Σιωπή .

Άγνωστη: Τι λένε;

Άγνωστος: Περιμένουν το τέλος της μοίρας τους.

Άγνωστη: Μοιάζει με μοιρολόι.

Άγνωστος: Το μοιρολόι είναι η μνήμη του λαού, ενώ αυτούς ποιος τους τραγουδάει;

Άγνωστη: Εγώ θέλω να τραγουδήσω γι’ αυτούς.

Άγνωστος: Τι θέλεις να τραγουδήσεις, αγάπη μου;

Άγνωστη: Επαρ’ υιέ μ’ τη σπάθη σου ποντιακό κοντάρι
Δέβα ατουνούς και σκόρπισαν ως άνεμος τα φύλλα
Επαρ’ υιέ μ’ τη σπάθη σου.

Ο άγνωστος την αγκαλιάζει τρυφερά .

Άγνωστος: Μακάρι να ήταν όλοι οι μαχητές σαν εσένα.

Άγνωστη: Εγώ παλεύω μόνο με τραγούδια, εσύ με τραγωδίες!

Άγνωστος: Και τα τραγούδια μιλούν για τραγωδίες.

Άγνωστη: Μόνο ποιος τα ακούει;

Άγνωστος: Και οι τραγωδίες μιλούν για τραγούδια.

Άγνωστη: Μόνο ποιος θυμάται;

Άγνωστος: Αυτός που δεν ξεχνά!

Στο σπίτι της γιαγιάς.

Γιαγιά: Έλα εδώ, παιδί μου.

Αλέξανδρος: Τι θέλεις, γιαγιά;

Γιαγιά: Θέλω να σου πω πώς οι μικροί γίνονται μεγάλοι.

Αλέξανδρος: Μα εγώ δεν είμαι μικρός.

Γιαγιά: Το ξέρω, το ξέρω. Χρόνος. Γι’ αυτό θέλω να ακούσεις τι θα σου πω.

Αλέξανδρος: Έρχεται στην αγκαλιά της. Σ’ ακούω, γιαγιά.

Γιαγιά: Το ξέρεις το τραγούδι: Πού είσαι μεγ’ Αλέξανδρε;

Αλέξανδρος: Όχι! Κανείς δεν μου το είπε.

Γιαγιά: Μια μέρα θα σου το μάθω. Χρόνος. Αλλά πρέπει να μου υποσχεθείς κάτι.

Αλέξανδρος: Τι πράγμα, γιαγιά;

Γιαγιά: Να μην το ξεχάσεις!

Αλέξανδρος: Και αν το ξεχάσω;

Γιαγιά: Η γιαγιά δακρύζει . Θα πεθάνει.

Αλέξανδρος: Δεν θα το ξεχάσω. Σου το υπόσχομαι.

Γιαγιά: Έτσι μεγαλώνουν τα παιδιά!

Αλέξανδρος: Όταν δεν ξεχνάνε;

Γιαγιά: Όχι! Όταν ξέρουν τι θα   γίνει αν ξεχάσουν.

Αλέξανδρος: Εσύ δεν ξεχνάς, γιαγιά;

Γιαγιά: Τώρα, όχι!

Αλέξανδρος: Μα γιατί;

Γιαγιά: Αλλιώς θα πεθάνει η χαμένη μου πατρίδα.

Αλέξανδρος: Μάθε μου να μην ξεχνώ κι εγώ!