878 - Εύξεινη γεύση

Ν. Λυγερός

Σκηνή 5

 

Ένα παλιό αυτοκίνητο σταματάει μπροστά σε μία μικρή εκκλησία ενός άγνωστου χωριού. Δύο άντρες κατεβαίνουν. Φαίνεται να ψάχνουν κάποιον. Είναι όμως ολομόναχοι. Το χωριό φαίνεται έρημο. Τελικά παρουσιάζεται μία λεπτοκαμωμένη γυναίκα. Τους κάνει νόημα.

Μαρία: Από μακριά . Δημήτρη! Κώστα!

Δημήτρης: Στον Κώστα. H Μαρία δεν μας ξέχασε.

Κώστας: Είναι η Πηνελόπη μας. H Μαρία τούς αγκαλιάζει.

Μαρία: Αργήσατε.

Δημήτρης: Ήρθαμε όσο πιο γρήγορα μπορούσαμε.

Μαρία: Σίγουρα θα πεινάσατε… Κοιτάζει τον Δημήτρη. Έχω να σας φιλέψω ποντιακό φαγητό… O Κώστας χαμογελά.

Δημήτρης: Ντροπαλά. Ευχαριστώ… Χρόνος . Φάγαμε…

Κώστας: Για μένα δεν υπάρχει πρόβλημα! Αν είναι ποντιακό…

Μαρία: Χαρούμενη. Το ετοίμασα με τη μάνα μου. Είναι παραδοσιακό…

Δημήτρης: Παραδοσιακό, ξεπαραδοσιακό…

Κώστας: Διακόπτοντάς τον. Άντε μην κάνεις τον δύσκολο.

Μαζί πηγαίνουν με τα πόδια στο σπίτι της Μαρίας.

Μαρία: Ανοίγοντας την πόρτα. Περάστε…

Δημήτρης: Διακριτικά στον Κώστα. Δεν μπορώ, ρε Κώστα!

Κώστας: Πολύ όμορφο σπίτι.

Μαρία: To φτιάξαμε με τα χέρια μας.

Κώστας: Και με την προσφυγιά.

Μαρία: Κάθε κομμάτι του, είναι ένα κομμάτι της μνήμης μας.

Κώστας: Μακάρι να ήξεραν όλοι πόσο δημιουργική είναι η μνήμη.

Μαρία: Με τα πιάτα στο χέρι. Και πόσο νόστιμη! Χρόνος. Πάω στη μάνα μου να φέρω το φαγητό.

Βγαίνε.

Δημήτρης: Αχ, ρε Κώστα, γιατί μου τα κάνεις αυτά;

Κώστας: Καλύτερα να σκέφτεσαι τι σου έκαναν οι άλλοι. Χρόνος. Η Μαρία είναι μάλαμα. Δεν ξέχασε τίποτα, ενώ…

Δημήτρης: Ενώ;

Κώστας: Άλλοι έτρωγαν πέτρες για να ζήσουν ελεύθεροι. K ι εσύ παραπονιέσαι γιατί θα φάμε ένα παραδοσιακό φαΐ από τα μέρη σου.

Δημήτρης: Έχεις δίκιο. Χρόνος.

Κώστας: Εδώ τα παιδιά μεγαλώνουν με την παράδοση της Μαρίας. Χρόνος. H μικρή ιστορία δεν ξεχνά τη μεγάλη.

Δημήτρης: Μόνο έτσι ο λαός μας επιβίωσε.

Κώστας: Ήρθε η ώρα να ζήσει.

Δημήτρης: Tι θες να πεις;

Κώστας: Toυ έχει μείνει στo στόμα η γεύση της ανατολής με όλα τα μπαχαρικά της. Με τη μνήμη όμως δεν χορταίνεις.

Δημήτρης: Μόνο διψάς!

Κώστας: Δεν υπάρχει νερό!

Εκείνη τη στιγμή μπαίνει η Μαρία.

Μαρία: Θα φέρω και βυσινάδα!

Δημήτρης: Είχα ξεχάσει πόσο τα απλά πράγματα είναι σημαντικά.

Κώστας: Μόνο τα απλά είναι σημαντικά.

Kάθονται όλοι γύρω από το τραπέζι.

Δημήτρης: Πρώτη φορά…

Κώστας: Δαγκώνεις τη μνήμη σου!

Μαρία: Πρόσεξε και τη γλώσσα σoυ!

Δημήτρης: Ό,τι και να πω…

Κώστας: Θα πιώ στην υγειά σου.

Μαρία: Στην υγειά σου, Δημήτρη!

Δημήτρης: Μια μέρα θα πάμε εκεί που το έμαθες.

Μαρία: Δεν φοβάσαι;

Κώστας: O Δημήτρης είναι ικανός να φάει ξύλο για να μας δείξει τα μέρη του.

Μαρία: Κρατάει από τον παππού του.

Δημήτρης: Συγκινημένος . Σήμερα έφαγα από σένα ένα κομμάτι της πατρίδας μου…

Κώστας: Πρέπει να φύγουμε τώρα.

Την αγκαλιάζουν.

Μαρία: Στο καλό, παιδιά μου.