4314 - Περί αναγνώρισης

Ν. Λυγερός
Μετάφραση από τα γαλλικά: Κάτια Ρωσσίδου

Η αναγνώριση δεν είναι απλώς μια λέξη, ούτε βέβαια ένα σύμβολο, αλλά η αρχή μιας διαδικασίας διόρθωσης. Άρα, δεν πρόκειται για ένα στόχο, αλλά για ένα αρχικό βήμα. Δεν πρόκειται για μια κραυγή των θυμάτων, αλλά για μια πράξη των δικαίων. Διότι μόνο μέσα στο πλαίσιο της δικαιοσύνης είναι δυνατόν να δοθεί νόημα στην έννοια της αναγνώρισης. Αυτή η ουσιαστική διαφορά δεν είναι άμεσα κατανοητή, και τούτο, ακόμα και από τα ίδια τα θύματα. Πρέπει να πούμε πως εδώ και μερικά χρόνια προσπαθούν να κάνουν γνωστή την ίδια την ύπαρξη της γενοκτονίας, άρα η ιδέα της αναγνώρισης φαίνεται μερικές φορές ως πραγματική ουτοπία. Όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα. Η αναγνώριση δεν είναι ούτε ουτοπία, ούτε όνειρο, αλλά ένα όραμα, ένα ανθρώπινο όραμα, με επίγνωση για την ύπαρξη της ανθρωπότητας. Μια γενοκτονία δεν πρέπει να ερμηνεύεται μόνο ως μια βάρβαρη πράξη εναντίον ενός συγκεκριμένου λαού. Μια γενοκτονία είναι ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Κατά συνέπεια, είναι μέσα απ’ αυτό το συνολικό όραμα που αποκτά όλο της το νόημα και κυρίως όλη της την εμβέλεια. Αυτό το σημείο δεν είναι λεπτομέρεια. Διότι χωρίς εμβέλεια, η επίδραση είναι ανύπαρκτη και χωρίς επίδραση, δεν υπάρχει καμιά σφαιρική αντιμετώπιση. Ενώ η αναγνώριση ανήκει αναγκαστικά σε μια σφαιρική διαδικασία. Γι’ αυτόν το λόγο, ένας λαός που έχει υποστεί τη γενοκτονία, δεν είναι απομονωμένος. Αντιπροσωπεύει ένα τμήμα της ανθρωπότητας. Είναι το μέτρο του πόνου μέσα στο υπέρμετρο της βαρβαρότητας. Είναι επίσης η ανθρωπιά μέσα στην απανθρωπιά. Σαν να πρόκειται για μια άτυπη εφαρμογή της θεωρίας του Ramsey. Άρα, η αναγνώριση εμπερικλείεται στη γενοκτονία ως ουσία και η διόρθωση ως θεραπεία. Κατά τον ίδιο τρόπο που η μη αναγνώριση της γενοκτονίας ανήκει στις οκτώ φάσεις της ανάλυσης του Stanton, η αναγνώριση ανήκει στη διαδικασία διόρθωσης. Είναι το σημείο επαφής μεταξύ του εγκλήματος και της τιμωρίας. Διότι μια γενοκτονία χωρίς αναγνώριση αποτελεί ένα έγκλημα χωρίς τιμωρία. Όμως, ένα έγκλημα χωρίς τιμωρία είναι ένα έγκλημα που δεν υπάρχει. Είναι πάνω σ’ αυτή την αρχή που βασίζεται η ιδέα της μη αναγνώρισης και είναι γι’ αυτόν το λόγο που αποτελεί την όγδοη και τελευταία φάση της γενοκτονίας. Η διαγραφή της γενοκτονίας βοηθά τη βαρβαρότητα να πετύχει τους στόχους της, χωρίς κόστος. Η πράξη είναι απαλλαγμένη από κάθε ανθρώπινο εμπόδιο και κατά συνέπεια μετατρέπεται τελικά σε πράξη καθαρά βάρβαρη που μπορεί να χαρακτηριστεί ως τέλεια. Ένα έγκλημα χωρίς τιμωρία είναι ένα τέλειο έγκλημα για τους γενοκτόνους. Και πάνω σε αυτό το σημείο προδιαγράφουν τους άξονες της στρατηγικής τους. Η τελειότητα επιτρέπει την πραγματοποίηση της ιδέας χωρίς την αντίσταση της πραγματικότητας. Άρα, δεν μας εκπλήττει όταν παρατηρούμε τέτοια μανία στο λόγο των γενοκτόνων. Η αναζήτησή τους για την τελειότητα του εγκλήματος είναι ένα ζήτημα θεμελιακό. Όλο το μέλλον του εγκλήματος βασίζεται στην οριστική αλλαγή που συντελέστηκε μέσω της γενοκτονίας. Γι’ αυτό, η αναγνώριση αποτελεί για τους δήμιους μια επιστροφή. Αυτή η επιστροφή προς το μέλλον είναι εντελώς αδιανόητη διότι θέτει υπό αμφισβήτηση ολόκληρο το οικοδόμημα της βαρβαρότητας. Η αναγνώριση αρνείται την ίδια την ιδέα του μοντέλου. Κατηγορεί μέσω της ύπαρξής της το μοντέλο, τον οδηγό, το μαέστρο του πιο απάνθρωπου εγκλήματος. Βάζει στην ίδια κατηγορία αυτά τα άτομα με την ανθρώπινη μορφή που ονομάζουμε Hitler, Staline, Kemal… Η αναγνώριση δεν ζητά τη συγγνώμη, αλλά μόνο την τιμωρία, διότι χωρίς την τιμωρία, η ανθρωπότητα δεν μπορεί να συγχωρέσει τη φρίκη. Η αναγνώριση είναι ο φόρος τιμής του ανθρώπινου πνεύματος στο πεδίο της βαρβαρότητας.