418 - Το κοριτσάκι με το κερί

Ν. Λυγερός

(Flashback)
(Μες στο σκοτάδι μιας βυζαντινής εκκλησίας ένα αντρικό χέρι ανάβει προσεχτικά ένα μοναδικό κερί.) (Extreme close up)
(Σιγά σιγά η φλόγα του κεριού φωτίζει το χέρι που περιμένει δίπλα του μ’ένα άλλο κερί. Είναι γυναικείο… Όταν πια η φλόγα δυνάμωσε, το γυναικείο χέρι ανάβει το δεύτερο κερί.) (Close up)
(Μια γυναίκα χαμογελά τρυφερά.) (Medium close up)
(Η γυναίκα πλησιάζει έναν άντρα που κάνει το σταυρό του μπροστά στην εικόνα της Παναγιάς.)

Λουτσία : Ευχαριστώ ! (Σιωπή. Ο άντρας γυρίζει και την κοιτάζει χωρίς να πει λέξη.) Ευχαριστώ για τη φωτιά… (Χρόνος) Δεν ήξερα που να τη βρω…
Χρήστος : Κοντά στις εικόνες…
Λουτσία : Συγνώμη…
Χρήστος : Κοντά στις εικόνες υπάρχουν σπίρτα για τα καντήλια…
Λουτσία : Έχετε δίκιο… Δεν το είχα προσέξει…
Χρήστος : Δεν πειράζει… Σημασία έχει το κερί… (Κοιτάζουν και οι δύο τα αναμμένα κεριά)
Λουτσία : Το δικό σας θα σβήσει πρώτο… Λυπάμαι…
Χρήστος : Είναι η αιτία της ύπαρξής του… (Της χαμογελά) Τώρα το ένα φωτίζει το άλλο…

(Η Λουτσία κάνει το σταυρό της και δίνει ένα φιλί στην Παναγιά. Όταν γυρίζει ο άντρας έχει φύγει…)

(Flashback) (τέλος)

INSERT : Βλέπουμε το Χρήστο που βγαίνει από την εκκλησία… (Point of view)

(Δύο γυναίκες έχουν δέσει τα χέρια τους μέσα στην σιωπή του κόσμου. Ένας άντρας αφήνει δύο καφέδες πάνω στο τραπέζι.)

Λουτσία : Ευχαριστώ. (Medium long shot)
Εύα : Εκεί τον συνάντησες την πρώτη φορά ;
Λουτσία : Ναι εκεί στην εκκλησία… (Χρόνος) Στην Αγία Σοφία… (Σιωπή) Τον συνάντησα μα δεν τον είδα…
Εύα : Τι θες να πεις ;
Λουτσία : Ήταν απλώς ένας ευγενικός κύριος… Δεν ήξερα ακόμα ότι ήταν μόνο ένας άνθρωπος…
Εύα : Είναι όπως όταν ακούς για πρώτη φορά το ρέκβιεμ του Μότσαρτ… (Χρόνος) Στην αρχή δεν ξέρεις ότι είναι μόνο ένας άνθρωπος που το έγραψε…
Λουτσία : Και στο τέλος ξέρεις ότι μόνο ένας άνθρωπος μπορούσε να το γράψει ! (Σιωπή)

(Πίνουν τον καφέ τους ενώ βλέπουμε τον Αντρέα που έρχεται βιαστικά.) (Full shot)

Αντρέας : Το φαντάστηκα ! (Χρόνος) Καλημέρα, Λουτσία !
Λουτσία : Καλημέρα, Αντρέα !
Εύα : Πώς από εδώ ;
Αντρέας : Έπρεπε να σας μιλήσω… (Χρόνος) Μάντεψε τι βρήκα ! (Close up)
Εύα : Αντρέα, σε παρακαλώ δεν είναι η ώρα…
Αντρέας : ¶σε ν’ακούσεις πρώτα… (Χρόνος) Θυμάσαι το φίλο μου τον Αλέκο ;
Εύα : Τον καπετάνιο…
Αντρέας : Ακριβώς ! Ε λοιπόν είναι στην πόλη τώρα… Μόλις γύρισε…
Εύα : Αμάν, Αντρέα, μας…
Αντρέας : Είδε το Χρήστο !
Λουτσία : Πού ;
Εύα : Πότε ;
Αντρέας : Δεν θυμόταν ακριβώς… αλλά είναι σίγουρος ότι είναι ο Χρήστος…
Λουτσία : Του μίλησε ;
Αντρέας : Όχι, ήταν μακριά…
Εύα : Μα πώς είναι σίγουρος τότε ;
Αντρέας : Από τον τρόπο που κρατούσε το παιδί στην αγκαλιά του…
Λουτσία : Το παιδί ;
Εύα : Ποιο παιδί ;
Αντρέας : Ένα κοριτσάκι με τη γιαγιά του… (Χρόνος) Έτρεχε, έπεσε και χτύπησε το πόδι του… Όταν το πήρε στην αγκαλιά του ο Χρήστος σταμάτησε να κλαίει… Δεν φοβήθηκε τον άγνωστο…
Λουτσία : Κανείς δεν είναι άγνωστος για το Χρήστο…
Αντρέας : Ο Αλέκος μου είπε ότι της μιλούσε σαν να ήταν μία..
Λουτσία : Αυτός ήταν… Έτσι μιλούσε στα παιδιά… Και μετά ;
Αντρέας : Δεν υπάρχει μετά… ένας ναύτης φώναξε τον Αλέκο… Κι όταν γύρισε είχαν φύγει…
Εύα : Πότε έγινε αυτό ;
Αντρέας : Πριν μερικές εβδομάδες…
Εύα : (πιάνοντας το χέρι της Λουτσίας) Βλέπεις, δεν έσβησε το πρώτο κερί…
Αντρέας : Ποιο κερί ;
Εύα : Κάθε ιστορία έχει και μια αρχή…

INSERT : Μια γιαγιά σηκώνει ένα κοριτσάκι για ν’ανάψει ένα κερί.