3421 - Το γράμμα του άγνωστου στρατιώτη

Ν. Λυγερός

Αγαπημένη μου Ροδόκλεια,

Σήμερα ο εχθρός μας άφησε μερικές ώρες ήσυχους μέσα στο κρύο. Βρέχει πάνω μας αλλά τα ρούχα που μου έδωσες κρατούν ζεστή την καρδιά μου. Κάθε μέρα πεθαίνουν οι δικοί μας και οι νεκροί είναι περισσότεροι από τους ζωντανούς. Αγγίζουμε προσεχτικά το σύντροφό μας, για να δούμε αν ζει ακόμα. Η νύχτα δεν έχει αστέρια, μόνο φωτοβολίδες που μας καρφώνουν. Έχω όμως τα γράμματά σου πάνω στο στήθος μου για φυλακτό και δεν φοβάμαι ούτε το σκοτάδι ούτε τις εξόδους. Σε φαντάζομαι κοντά μου κι αντέχω το χειμώνα της κατοχής. Δεν ξέρω ακόμα πόσοι θα μείνουν όρθιοι έως το τέλος του πολέμου, πάντως δεν έσκυψα, δεν γονάτισα ακόμα κι όταν το βόλι του εχθρού με πλήγωσε στον ώμο. Θυμήθηκα τον δικό σου κι άντεξα τον πόνο δίχως να λυγίσω. Συγνώμη που λέρωσα τα γράμματά σου αλλά εδώ δεν έχουμε ούτε νερό, μονάχα φως. Κι εγώ έχω μόνο εσένα. Ακόμα και οι φίλοι μου δεν έμειναν στο μέτωπο. Δεν υπάρχει άνθρωπος να το αντέξει. Έτσι μου είπαν, όταν μ’ άφησαν μόνο, ανάμεσα στους νεκρούς. Ξέρεις ότι δεν τους κρατώ κακία. Δεν περίμενα από αυτούς αυτό που περιμένουν από μένα. Έχω τη φωτογραφία σου και την κοιτάζω κάθε φορά που χάνω το χαμόγελό μου, για να ζήσω και πάλι δίπλα σου. Βλέπω τα μακριά σου μαλλιά και τα χαϊδεύω με τα λερωμένα μου χέρια. Εδώ η λάσπη είναι παντού, μόνο το πρόσωπό σου είναι λαμπερό. Η αγάπη σου ξεχειλίζει από τη φωτογραφία και χύνεται μέσα στο σακατεμένο μου κορμί. Μ’ αυτήν αντέχω τα δεινά της βαρβαρότητας, δίχως να υποκύψω. Τώρα βρέχει ακόμα πιο δυνατά και δυσκολεύομαι να δω τον ορίζοντα. Αν δεν σ’ ένιωθα τόσο κοντά μου, θα νόμιζα πως είμαι ήδη νεκρός. Δεν υπάρχει ουρανός, όλα είναι ένα πεδίο μάχης. Όμως δεν έχω πια βόλια. Μου έχει μείνει μόνο η ξιφολόγχη, για να με προστατεύει, όταν σου γράφω. Ελπίζω να βγάζεις όλα τα γράμματά μου. Τρέμω τόσο πολύ, αγάπη μου. Συγνώμη. Κάνω ό, τι μπορώ για να ζήσω μέσα σ’ αυτόν τον ανοιχτό τάφο. Δεν θέλω να πεθάνω δίχως να σε δω από κοντά, να σ’ αγγίζω και πάλι, όπως ήθελες όταν κάναμε έρωτα. Θέλω να είμαι και πάλι τρυφερός μαζί σου ακόμα και αν ο εχθρός βασάνισε τα χέρια μου. Θέλω να τα χώσω μέσα στα μαλλιά σου, για να τα γιατρέψει η αγάπη σου. Όμως δεν ξέρω ακόμα πόσο θ’ αντέξω μακριά σου. Δεν λαμβάνω πια νέα σου. Τα γράμματα δεν έρχονται στο μέτωπο, λες και μας ξέχασε η ζωή. Ξέρω όμως ότι με σκέφτεσαι, γιατί δεν πέθανα ακόμα. Δεν μου έχει μείνει άλλο χαρτί και γράφω τώρα πάνω στα γράμματά σου για να ξέρεις πόσο μου λείπεις. Τώρα που βλέπω τα γράμματά μας μαζί, πάνω στο ίδιο χαρτί, καταλαβαίνω πόσο ανήκουμε ο ένας στον άλλο. Είσαι ο άλλος μου εαυτός, η ζωή μου. Αναπνέω με τα γράμματά σου και νιώθω το άρωμά σου πάνω στα χείλη. Πόσο θα ήθελα να σε φιλήσω τώρα! Βέβαια, έχουν σκάσει τα χείλη μου από το κρύο και δεν θα ήθελα να σε πληγώσω ακόμα κι άθελά μου. Σ’ έχω ανάγκη περισσότερο από ποτέ. Θέλω να το ξέρεις ακόμα και τώρα. Το μέτωπό μου πάνω στο μέτωπό σου είναι το μόνο που μου έχει μείνει αλλά κι αυτό θέλω να σου το δώσω.

Ο δικός σου ακόμα και νεκρός.