33062 - Όταν η νύχτα έκανε όπισθεν

Ν. Λυγερός

Στο βάθος του ορίζοντα, η νύχτα έκανε όπισθεν σαν να μην ήθελε να πάρει ακόμα τη θέση της ημέρας. Η περιστροφή ήταν διαφορετική και δεν ακολουθούσε την ώρα. Οι δείκτες άλλαξαν πορεία για να συμμορφωθούν στις νέες απαιτήσεις της αποστολής. Ακόμα και η αιωνιότητα είχε διπλωθεί για να μεταμορφωθεί σε Χρόνο. Τους είχε εξηγήσει για τις κλειστές καμπύλες του αλλά δεν είχαν φανταστεί ότι θα ζούσαν μια τεχνητή προσομοίωση. Κι ενώ τα φώτα στο έδαφος γινόντουσαν όλο και πιο πολλά, ο ουρανός της άκρης είχε το ίδιο γαλάζιο χρώμα. Εκεί φαινόταν και η αξία των γωνιών αφού κανένας δεν μπορούσε να τους επιτεθεί από τις πλευρές που ήταν εκτός πλαισίου. Το βιβλίο άλλαζε σελίδες και δεν υπήρχε σελιδοδείκτης να το σταματήσει σε αυτή τη διαδικασία κι έτσι άρχισε να εισχωρεί μέσα στο μέλλον. Ποιος θα μπορούσε να το φανταστεί; Μόνο αυτοί που έβλεπαν τις υπερδομές πριν την ώρα τους. Αλλά αυτοί ήξεραν και για τις γενοκτονίες όσο περίεργο και να φαινόταν στους επιζώντες και στα παιδιά τους. Διότι αυτοί ήξεραν και για τις ξεχασμένες. Για αυτές που είχαν καταπατήσει με ορθολογικό τρόπο, οι κοινωνίες της λήθης. Τα φώτα της γης ήταν χαμηλοί αστερισμοί που ήθελαν ν’ αγγίξουν τους ανθρώπους στο ύψος που ήταν. Έτσι ώστε ο καθένας να έχει τη χαρά του φωτός σαν να ζούσε σ’ ένα κομμάτι ουρανού που δεν έλεγε να κάνει την ανάληψή του διότι είχε ακόμα να παρουσιάσει έργο. Από τα παράθυρα η γη είχε γίνει θάλασσα. Το σκοτάδι είχε καλύψει σχεδόν τα πάντα εκτός από τα φώτα που άντεχαν μέχρι να επιστρέψει η ημέρα ή να έρθει η επόμενη. Μόνο που κανένας δεν ήξερε ποια θα ήταν η επόμενη αν ήταν η προηγούμενη. Διότι ο Χρόνος έκανε τα δικά του.