30460 - Άσεμνες ανθρωπιές

Ν. Λυγερός

Όλοι πίστευαν ότι η ανθρωπιά ήταν μοναδική. Σπάνιοι ήταν αυτοί που ήξεραν ότι είναι πολλαπλή. Διότι μία δεν μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες της Ανθρωπότητας. Η κρυφή βιβλιοθήκη δεν ήταν μόνο μέσα στο κεφάλι γιατί το ανοιχτό μυαλό είχε ανοίξει όλες τις πύλες. Στην ουσία δεν υπήρχαν πια αφού όλα ήταν συνδεδεμένα. Ούτε έξω, ούτε μέσα, όλα ένα. Οι άσεμνες ανθρωπιές των βιβλίων το ήξεραν εδώ και αιώνες και γι’ αυτό πάλευαν για την Ανθρωπότητα. Οι μαθητές όμως δεν είχαν ιδέα για το άσεμνο. Θεωρούσαν ότι αυτό που έκαναν επαρκούσε. Χρειάστηκαν χρόνια παιδείας για να δουν ότι το φως έπρεπε ν’ αγγίξει αγνώστους σε όλο τον πλανήτη. Η κρυφή βιβλιοθήκη ήταν για την Ανθρωπότητα. Δεν υπήρχε ιδιοκτησία. Οι άσεμνες ανθρωπιές δεν κρατούσαν τίποτα για τον εαυτό τους, ήταν ανοιχτές πηγές. Ο αγώνας ήταν πάντα τα Δικαιώματα της Ανθρωπότητας. Οι μαθητές δεν είχαν προβλέψει το νοητικό σοκ της αλλαγής κύκλου, γιατί πολύ απλά δεν έβλεπαν τον Χρόνο με άσεμνο τρόπο, το γυμνό τους ενοχλούσε και δεν έβλεπαν την ομορφιά της αλήθειας. Έπρεπε να δουν πρώτα τη θυσία για να φωτιστούν. Τίποτα δεν είχε αλλάξει, αλλά όλα θα άλλαζαν. Διότι τους αποκάλυψε ότι έγραφε ήδη για τους επόμενους. Τότε κατάλαβαν ότι η Διαθήκη ήταν η συνέχεια της Κιβωτού. Έτσι άκουσαν για πρώτη φορά τη σιωπή των υπερδομών που περίμεναν εγκλωβισμένες στο μέλλον. Και η επαφή έγινε σχέση που κατανόησε την επινόηση του δεσμού. Το μέλλον περίμενε το παρελθόν, αυτός ήταν ο κώδικας της Διδασκαλίας. Μέσα του δεν ζούσαν μόνο οι νεκροί, τα βιβλία, αλλά και οι αγέννητοι, οι υπερδομές. Οι μαθητές ξαναθυμήθηκαν τις κενές καρέκλες. Εκεί είδαν και τους άλλους άλλους. Τότε προσπάθησαν να θυμηθούν πότε τους είχε πει την αλήθεια δίχως να την ακούσουν. Διότι δεν ήξεραν ότι οι σιωπές δεν ήταν μοναδικές, ερχόταν από το παρελθόν και το μέλλον.